Σκηνοθεσία: Γιοχίρο Τακίτα
Παίζουν: Μασαχίρο Μοτόκι, Τσουτόμο Γιαμαζάκι, Ροΰκο Χιροσούε, Καζούκο Γιοσιγιούκι
Διάρκεια: 130’
2008
Λέγεται πως ο ανθρώπινος πολιτισμός ξεκινά από τη στιγμή που για πρώτη φορά ο homo sapiens αρχίζει να θάβει τους νεκρούς του.
Φαντάζομαι πως κάπου στη γη, πριν διακόσιες χιλιάδες χρόνια, κάποια ανθρώπινα πλάσματα κοντοστάθηκαν για λίγες στιγμές πριν συνεχίσουν την ατέρμονη αναζήτηση τροφής. Σκέπασαν με φύλα το νεκρό σώμα, μουρμούρισαν κάποια λόγια, ίσως ένα δάκρυ κύλησε.
Ήταν η πρώτη νεκρική τελετή της ιστορίας. Και ταυτόχρονα ήταν η πρώτη στιγμή της φιλοσοφίας, της επιστήμης, της τέχνης, της κοινωνίας. Έκτοτε ο άνθρωπος άρχισε να στέκεται πιο στιβαρά στα δυο του πόδια. Άρχισε να στοχάζεται το πριν και το μετά, το θάνατο και τη ζωή. Να αναπτύσσει την τεχνολογία για μια καλύτερη ζωή και την ιατρική για έναν αργότερο θάνατο. Να δημιουργεί τέχνη για παρηγοριά. Και να αναγνωρίζει αγαπημένα πρόσωπα, προγόνους και απογόνους, που η γέννησή τους δίνει χαρά και ο θάνατος μεγάλη θλίψη.
Ακολούθησαν πολλά. Μοιρολόγια και πυραμίδες. Νεκρικά προσωπεία και μνημούρια. Ομαδικοί τάφοι, σώματα να σαπίζουν σε εκατονταετείς πολέμους αλλά και συμφωνικά ρέκβιεμ. Και στις μέρες μας, αλυσίδες γραφείων τελετών με αίθουσες δεξιώσεων, ποικιλία στα φέρετρα και έναν αβάσταχτο επαγγελματισμό στην απόδοση του χώματος στο χώμα.
Ο παρονομαστής είναι το δέος και ο θρήνος. Ο νεκρός έχει τη μορφή του αγαπημένου μας. Είναι μονάχα λίγο πιο κέρινος και δε θα μας απευθυνθεί ποτέ πια. Είναι μια βουβή στιγμή, ίδια εδώ και διακόσιες χιλιάδες χρόνια.
Μικρός, πριν μάθω τι σημαίνει θάνατος, είχα δει κάποιες σκηνές από τα «Όνειρα» του Κουροσάβα. Σε ένα χωριό κηδεύουν κάποιον ηλικιωμένο. Και είναι μέρα γιορτής, τα λουλούδια ανθισμένα, οι χωριανοί με λευκά ρούχα τραγουδούν κατευώδια στον εκατονταετή άνθρωπο που έζησε μια πλούσια ζωή και επιστρέφει στον κύκλο της φύσης.
Πολλά είναι διαφορετικά στην Ιαπωνία, το ίδιο έχει πάντα τόσες παραλλαγές. Οι «Αναχωρήσεις» αναφέρονται στο ιαπωνικό έθιμο της περιποίησης του νεκρού πριν την τοποθέτησή του στο φέρετρο (νοκάν).
Ο ήρωας της ταινίας είναι ένας τσελίστας. Η ορχήστρα που παίζει στο Τόκυο διαλύεται και έτσι μαζί με τη γυναίκα του επιστρέφει στη γενέθλια πόλη του. Βάζει το τσέλο στη θήκη και ψάχνει για δουλειά. Μια αγγελία ζητά «υπάλληλο για αναχωρήσεις». Νομίζοντας πως πρόκειται για γραφείο τουρισμού θα πάρει τη δουλειά για να διαπιστώσει πως οι αναχωρήσεις είναι για τον άλλο κόσμο..
Δίπλα στο αφεντικό θα μάθει πώς να νίβει και να ντύνει το νεκρό με τα τελευταία ρούχα του χωρίς να φανεί ούτε ένα εκατοστό γυμνό. Πώς να μακιγιάρει το πρόσωπο, να χτενίζει τα μαλλιά χωρίς να πληγώνει το εύθραυστο σώμα, πώς να κάνει το νεκρό να είναι πιο όμορφος και γαλήνιος όσο ποτέ στη ζωή του.
Η δουλειά βέβαια έχει δυσκολίες. Άλλοτε πρόκειται για ένα σώμα νεκρό εδώ και μέρες, άλλοτε οι συγγενείς είναι οργισμένοι, άλλοτε ανομολόγητα μυστικά μιας ζωής αναδύονται στο κρεβάτι του θανάτου. Και πρόκειται για μια δουλειά που δύσκολα δέχεται η γυναίκα και ο περίγυρός του.
Ωστόσο στην πορεία θα την αγαπήσει. Η ομορφιά έχει μεγάλη δύναμη, διώχνει κάτι από τη θλίψη των ανθρώπων. Τα εγγόνια χαίρονται τη γιαγιά τους που φεύγει ταξίδι…
Η νέα τέχνη του θα τον οδηγήσει στην παλιά. Θα βγάλει το τσέλο από τη θήκη και όπως χαϊδεύει τα άκαμπτα μέλη για να μαλακώσουν, θα χαϊδεύει και τις χορδές παίζοντας ελεγείες. Αντιμέτωπος με το θάνατο θα συμφιλιωθεί με την ίδια τη ζωή του.
Πρόκειται για μια ιδιαίτερη ταινία (η οποία βραβεύτηκε και με το φετινό όσκαρ καλύτερης ξένης ταινίας). Πραγματεύεται το θέμα της με σεβασμό. Δεν το αφήνει να γίνει βαρύ και ασήκωτο με ελαφρές πινελιές μαύρου χιούμορ. Δεν είναι βαθυστόχαστη μα δεν είναι και αδιάφορη. Μπορεί κάποιοι συμβολισμοί της να είναι κλισέ και η εξέλιξή της προβλέψιμη, όμως οι σκηνές της περιποίησης των νεκρών φέρουν σπάνια συγκίνηση. Είναι μια γλυκιά ταινία για τις πιο δύσκολες στιγμές, σαν ευωδιά λουλουδιού που ανθίζει σ’ αγαπημένα μνήματα.
Αξιολόγηση: * * * (3)
Δημήτρης Δρένος
δημοσιεύθηκε στον Εξώστη, 30/4/2010
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου