Πέμπτη 26 Απριλίου 2012

Η ΑΙΣΘΗΣΗ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ (PERFECT SENSE)

Σκηνοθεσία: Ντέηβιντ Μακ Κένζι
Παίζουν: Γιούαν Μακ Γκρέγκορ, Έβα Γκρην, Κόνι Νίλσεν
Διάρκεια: 92'
2011



Να πειραματίζεσαι με τον κόσμο. Να τον πολλαπλασιάζεις. Να τον εκμηδενίζεις. Να τον γυρνάς με το κεφάλι στο πάτωμα και τα πόδια στον ουρανό. Έναν ουρανό με πολλά φεγγάρια και πολλούς κατοίκους, πράσινους, γιγαντιαίους, απειροστούς. Να αφανίζεις την ανθρωπότητα. Να την ξαναγεννάς.

Αυτό είναι η επιστημονική φαντασία, ένα ιδίωμα μυθοπλασίας παραγνωρισμένο, που ωστόσο κάποιοι θεωρητικοί δε δίστασαν να το αποκαλέσουν ως τον πιο απαιτητικό και προκλητικό τρόπο μυθοπλασίας που έχει εφεύρει ο άνθρωπος.

Η επιστημονική φαντασία βασίζεται πάντα σε ένα καινοφανές δεδομένο. Μια ανακάλυψη, μια εφεύρεση ή μια καταστροφή, κάτι απρόβλεπτο και ανοίκειο που συγκλονίζει το παραδεδομένο. Μια υπόθεση που απελευθερώνει ανησυχητικές συνέπειες για ό,τι αποκαλούμε «κοινή γνώμη» και «κοινή αίσθηση» θέτοντας τη διαβρωτική ερώτηση «τι θα γινόταν εάν…».

«Τι θα γινόταν εάν…» …μέρα με τη μέρα οι άνθρωποι χάνανε μία μία τις αισθήσεις τους; Αυτό διερωτάται η σημερινή ταινία μας, καθώς μια πανδημία σαρώνει τη γη, με τους ανθρώπους σταδιακά να χάνουν την όσφρηση, τη γεύση, την ακοή και την όραση.

Οι ρίζες της επιστημονικής φαντασίας φθάνουν βαθιά, στις απαρχές της μοντέρνας εποχής και των επαναστάσεων που αυτή επέφερε στην αντίληψη του κόσμου. Ο Κοπέρνικος απομακρύνοντας τη γη από το κέντρο του σύμπαντος, γέμισε το σύμπαν με πιθανότητες και δυνατότητες, εκ των οποίων ο πλανήτης μας και εμείς αποτελούμε μόνο μία. Ταυτόχρονα, ο Καρτέσιος προτείνοντας το δυισμό πνεύματος και σώματος, εγκαινίασε τη σύγχρονη επιστήμη και τεχνολογία. Ο άνθρωπος τέθηκε απέναντι στον εξωτερικό, υλικό κόσμο και με αυτοπεποίθηση άρχισε να τον ανατέμνει και αναδημιουργεί βάσει των επιδιώξεών του. Παράλληλα όμως, και έκτοτε, η επιστημονική αυτή αισιοδοξία δεν έπαψε να συνοδεύεται από ένα βαθύ υπαρξιακό άγχος, από την αίσθηση ερήμωσης του πνεύματος στον αχανή κόσμο της ύλης που μας καταβροχθίζει.

Αυτή η αισιοδοξία και αυτό το άγχος αποτελούν την τροφή της επιστημονικής φαντασίας έως σήμερα. Η πίστη μας στην επιστήμη φέρνει σύμφυτο μαζί της και το φόβο μη τυχόν και αυτή η πίστη κλονιστεί. Πρόκειται για το είδος της αποκαλυπτικής επιστημονικής φαντασίας που μιλά για μια αποκάλυψη όχι θεολογική, αλλά φριχτά υλική, απότοκου ενός βακτηριδίου που ξέφυγε από το εργαστήριο  ή της σχάσης του ατόμου σε μια βόμβα.

Στην ταινία, η επιστήμη αποτυγχάνει, καθώς κανείς δεν μπορεί να κατανοήσει τον άγνωστο ιό που εξαλείφει τις αισθήσεις. Και εμείς, παρακολουθούμε ένα ζευγάρι, μια επιδημιολόγο και έναν σεφ, να προσπαθούν να εξισορροπήσουν τη βαθμιαία εκπτώχυνση του βιώματος που κομίζουν οι αισθήσεις, χτίζοντας την ερωτική τους σχέση.

Οι πιο πολλές σκηνές διαδραματίζονται στο πολυτελές εστιατόριο όπου δουλεύει ο ήρωας. Αναπτύσσοντας ένα πανέξυπνο εύρημα, η ταινία μας δείχνει τις προσπάθειες του εστιατορίου να μαγειρεύει με τρόπο που θα ανταποκρίνεται στις διαδοχικές απώλειες: φαγητό ακραία πικάντικο όταν χάνεται η όσφρηση, πιο τραγανό ώστε να ακούγεται όταν χάνεται η γεύση, πορώδες όταν απομένει η αφή, γεμάτο χρώματα όταν ξεμένουμε στην όραση, αρνούμενο να σερβίρει μόνο «λίπη και υδατάνθρακες», δηλαδή μόνο τη ζωική αναπαραγωγή του είδους μας.

Ο Χέγκελ κάπου φέρνει το περίφημο «παράδειγμα της πατάτας» και θεωρεί τη βιολογική μας θρέψη ως ένα πρωταρχικό άνοιγμά μας στον κόσμο. Δαγκώνοντας την τροφή, δαγκώνουμε και ένα κομμάτι του εξωτερικού μας κόσμου. Το έτερο και ξένο (μια πατάτα), καθώς αλέθεται στο στομάχι μας καθίσταται ίδιο με εμάς. Μαζί με την τροφή χωνεύουμε τον κόσμο – δεν τον κατανοούμε όμως.

Και βέβαια, «για ποια κατανόηση λέτε;» θα μπορούσε να ρωτήσει ο έτερος φιλόσοφος, Ντέηβιντ Χιουμ, όταν για αυτόν το μόνο στο οποίο έχουμε πρόσβαση είναι τα δεδομένα των αισθήσεών μας, όταν το μόνο που έχει εγκυρότητα είναι αυτό «που μας φαίνεται», δηλαδή αυτό ακριβώς που χάνουνε οι ήρωες της ταινίας.

Θεωρητικολογήσαμε ακατάσχετα, απλουστευτικά και επίτηδες. Και αυτό γιατί η ταινία με αμηχανία χειρίζεται τις προσωπικές και κοινωνικές συνέπειες του «οξέως συνδρόμου απώλειας των αισθήσεων». Ωστόσο εκεί που αξίζει πραγματικά είναι στο ότι μας παραδίδει ένα ιδιαίτερο και πολύ ενδιαφέρον «πείραμα σκέψης» γεμάτο θεωρητικές προεκτάσεις. 



Αξιολόγηση: * * *  (3)

Δημήτρης Δρένος

δημοσιεύθηκε στο Φιλμ Νουάρ, 26/4/2012

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου